Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φιλοδοξέω
φιλοδοξία
φιλόδοξος
φιλόδουπος
φιλοδωρία
φιλόδωρος
φιλοεργός
φιλοζέφυρος
φιλόζωος
φιλόζῳος
φιλοθεάμων
φιλόθεος
φιλοθέωρος
φιλοθηρία
φιλόθηρος
φιλοθουκυδίδης
φιλόθυτος
φιλοθύτης
φιλοιερεύς
φιλοίκειος
φιλοικοδόμος
View word page
φιλοθεάμων
φιλοθεάμων φῐλο-θεά_μων, ον, fond of seeing, fond of shows, plays or spectacles, Plat.; c. gen., φ. τῆς ἀληθείας Plat.
ShortDef
fond of seeing, fond of shows, plays
Debugging
Headword:
φιλοθεάμων
Headword (normalized):
φιλοθεάμων
Headword (normalized/stripped):
φιλοθεαμων
IDX:
34798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34838
Key:
filoqea/mwn
Data
{'content': 'φιλοθεάμων\n φῐλο-θεά_μων, ον,\n fond of seeing, fond of shows, plays or spectacles, Plat.; c. gen., φ. τῆς ἀληθείας Plat.', 'key': 'filoqea/mwn'}