Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φιλήδονος
φιληκοέω
φιληκοΐα
φιλήκοος
φιληλάκατος
φιληλιάς
φιληλιαστής
φίλημα
φιλημοσύνη
φιλήνεμος
φιλήνιος
φιλήρετμος
φιλησίμολπος
φίλησις
φιλητέος
φιλητικός
φιλητός
φιλήτωρ
φιλία
φιλικός
Φίλιννα
View word page
φιλήνιος
φιλήνιος φῐλ-ήνιος, ον, ἡνία following the rein, tractable, Aesch.

ShortDef

following the rein, tractable

Debugging

Headword:
φιλήνιος
Headword (normalized):
φιλήνιος
Headword (normalized/stripped):
φιληνιος
IDX:
34745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34785
Key:
filh/nios

Data

{'content': 'φιλήνιος\n φῐλ-ήνιος, ον,\n ἡνία\n following the rein, tractable, Aesch.', 'key': 'filh/nios'}