Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φθόρος
φιάλη
φιάλλω
φιαρός
φιβάλεως
φιδίτια
φιλάβουλος
φιλάγλαος
φιλάγραυλος
φιλαγρευτής
φιλάγρυπνος
φιλάγων
φιλαδελφία
φιλάδελφος
φιλάεθλος
φιλαθήναιος
φιλαιδήμων
φιλαίματος
φιλαίτερος
φιλαίτιος
φιλακόλουθος
View word page
φιλάγρυπνος
φιλάγρυπνος φῐλ-άγρυπνος, ον, fond of waking, wakeful, Anth.
ShortDef
fond of waking, wakeful
Debugging
Headword:
φιλάγρυπνος
Headword (normalized):
φιλάγρυπνος
Headword (normalized/stripped):
φιλαγρυπνος
IDX:
34672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34712
Key:
fila/grupnos
Data
{'content': 'φιλάγρυπνος\n φῐλ-άγρυπνος, ον,\n fond of waking, wakeful, Anth.', 'key': 'fila/grupnos'}