Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀντιψηφίζομαι
ἀντλέω
ἄντλημα
ἀντλία
ἄντλος
ἀντοικτίρω
ἄντομαι
ἀντόμνυμι
ἀντονομάζω
ἀντοφείλω
ἀντοφθαλμέω
ἀντοχέομαι
ἀντριάς
ἄντρον
ἀντρώδης
ἄντυξ
ἀντῳδός
ἀντωμοσία
ἀντωνέομαι
ἀντωπός
ἀντωφελέω
View word page
ἀντοφθαλμέω
ἀντοφθαλμέω ὀφθαλμός to meet face to face, to face, τινί Polyb., NTest.
ShortDef
to meet face to face, to face
Debugging
Headword:
ἀντοφθαλμέω
Headword (normalized):
ἀντοφθαλμέω
Headword (normalized/stripped):
αντοφθαλμεω
IDX:
3464
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3465
Key:
a)ntofqalme/w
Data
{'content': 'ἀντοφθαλμέω\n ὀφθαλμός\n to meet face to face, to face, τινί Polyb., NTest.', 'key': 'a)ntofqalme/w'}