Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀντιψάλλω
ἀντίψαλμος
ἀντιψηφίζομαι
ἀντλέω
ἄντλημα
ἀντλία
ἄντλος
ἀντοικτίρω
ἄντομαι
ἀντόμνυμι
ἀντονομάζω
ἀντοφείλω
ἀντοφθαλμέω
ἀντοχέομαι
ἀντριάς
ἄντρον
ἀντρώδης
ἄντυξ
ἀντῳδός
ἀντωμοσία
ἀντωνέομαι
View word page
ἀντονομάζω
ἀντονομάζω to name instead, call by a new name, Thuc.
ShortDef
to name instead, call by a new name
Debugging
Headword:
ἀντονομάζω
Headword (normalized):
ἀντονομάζω
Headword (normalized/stripped):
αντονομαζω
IDX:
3462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3463
Key:
a)ntonoma/zw
Data
{'content': 'ἀντονομάζω\n to name instead, call by a new name, Thuc.', 'key': 'a)ntonoma/zw'}