Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φανή
φανίον
φανός
φανός2
φαντάζω
φαντασία
φάντασμα
φάος
φάραγξ
φαρέτρα
φαρετρεών
φαρέτριον
Φαρισαῖος
φαρμακάω
φαρμακεία
φαρμακεύς
φαρμακεύω
φαρμακίς
φάρμακον
φαρμακοποσία
φαρμακοπώλης
View word page
φαρετρεών
φαρετρεών φᾰρετρεών, ῶνος, ὁ, = φαρέτρα, Hdt.
ShortDef
quiver
Debugging
Headword:
φαρετρεών
Headword (normalized):
φαρετρεών
Headword (normalized/stripped):
φαρετρεων
IDX:
34511
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34551
Key:
faretrew/n
Data
{'content': 'φαρετρεών\n φᾰρετρεών, ῶνος, ὁ,\n = φαρέτρα, Hdt.', 'key': 'faretrew/n'}