Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φαληριάω
Φαληρικός
Φαληρόθεν
Φαληροῖ
Φαληρόνδε
Φάληρον
φαλῆς
φάλλαινα
φαλλικός
φαλλός
φαλός
φάλος
φαναῖος
φανερόμισος
φανερός
φανερόφιλος
φανερόω
φανή
φανίον
φανός
φανός2
View word page
φαλός
φαλός φᾰλός, ή, όν φάω shining, white.

ShortDef

shining, white

Debugging

Headword:
φαλός
Headword (normalized):
φαλός
Headword (normalized/stripped):
φαλος
IDX:
34494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34534
Key:
falo/s

Data

{'content': 'φαλός\n φᾰλός, ή, όν\n φάω\n shining, white.', 'key': 'falo/s'}