Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φάλαρον
φάλαρος
Φαληρεύς
φαληριάω
Φαληρικός
Φαληρόθεν
Φαληροῖ
Φαληρόνδε
Φάληρον
φαλῆς
φάλλαινα
φαλλικός
φαλλός
φαλός
φάλος
φαναῖος
φανερόμισος
φανερός
φανερόφιλος
φανερόω
φανή
View word page
φάλλαινα
φάλλαινα not φάλαινα a whale, Lat. ba_laena, Babr.:—hence of any monster, Lat. bellua, Ar.

ShortDef

a whale

Debugging

Headword:
φάλλαινα
Headword (normalized):
φάλλαινα
Headword (normalized/stripped):
φαλλαινα
IDX:
34491
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34531
Key:
fa/llaina

Data

{'content': 'φάλλαινα\n not φάλαινα\n a whale, Lat. ba_laena, Babr.:—hence of any monster, Lat. bellua, Ar.', 'key': 'fa/llaina'}