Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φαλαρίς
φάλαρον
φάλαρος
Φαληρεύς
φαληριάω
Φαληρικός
Φαληρόθεν
Φαληροῖ
Φαληρόνδε
Φάληρον
φαλῆς
φάλλαινα
φαλλικός
φαλλός
φαλός
φάλος
φαναῖος
φανερόμισος
φανερός
φανερόφιλος
φανερόω
View word page
φαλῆς
φαλῆς φᾰλῆς, ῆτος, ὁ, = φαλλός:—as a divinity Phales, associated with the worship of Bacchus, Ar.
ShortDef
Phales
phallus
Debugging
Headword:
φαλῆς
Headword (normalized):
φαλῆς
Headword (normalized/stripped):
φαλης
IDX:
34490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34530
Key:
falh=s
Data
{'content': 'φαλῆς\n φᾰλῆς, ῆτος, ὁ,\n = φαλλός:—as a divinity\n Phales, associated with the worship of Bacchus, Ar.', 'key': 'falh=s'}