Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑψοῦ
ὑψόω
ὕω
φαάντατος
φαάντερος
φαγεῖν
φάγος
φαεθοντίς
φαέθω
φαεινός
φαεσίμβροτος
φαεσφόρος
Φαίαξ
φαίδιμος
φαιδρόνους
φαιδρόομαι
φαιδρός
φαιδρότης
φαιδρυντής
φαιδρύνω
φαιδρωπός
View word page
φαεσίμβροτος
φαεσίμβροτος φάος, βρότος, with μ inserted bringing light to mortals, Hom., Eur.
ShortDef
bringing light to mortals
Debugging
Headword:
φαεσίμβροτος
Headword (normalized):
φαεσίμβροτος
Headword (normalized/stripped):
φαεσιμβροτος
IDX:
34447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34487
Key:
faesi/mbrotos
Data
{'content': 'φαεσίμβροτος\n φάος, βρότος, with μ inserted\n bringing light to mortals, Hom., Eur.', 'key': 'faesi/mbrotos'}