Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑψιπαγής
ὕψι
ὑψίπεδος
ὑψιπετήεις
ὑψιπέτηλος
ὑψιπέτης
ὑψίπολις
ὑψίπους
ὑψίπρυμνος
ὑψίπρῳρος
ὑψίπυλος
ὑψίπυργος
ὕψιστος
ὑψίτερος
ὑψιφαής
ὑψίφρων
ὑψιχαίτης
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὑψόροφος
ὑψόσε
View word page
ὑψίπυλος
ὑψίπυλος ὑψί-πῠλος, ον, πύλη with high gates, Il., Eur.
ShortDef
with high gates
Debugging
Headword:
ὑψίπυλος
Headword (normalized):
ὑψίπυλος
Headword (normalized/stripped):
υψιπυλος
IDX:
34425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34465
Key:
u(yi/pulos
Data
{'content': 'ὑψίπυλος\n ὑψί-πῠλος, ον,\n πύλη\n with high gates, Il., Eur.', 'key': 'u(yi/pulos'}