Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑφέλκω
ὑφέρπω
ὑφηγεμών
ὑφηγέομαι
ὑφήγησις
ὑφηγητής
ὑφηνιοχέω
ὑφηνίοχος
ὑφή
ὑφήσσων
ὑφιζάνω
ὑφίζησις
ὑφίζω
ὑφίημι
ὑφικάνω
ὑφίστημι
ὑφοράω
ὑφορβός
ὑφορμέω
ὑφορμίζομαι
ὕφορμος
View word page
ὑφιζάνω
ὑφιζάνω = ὑφίζω to crouch beneath, c. dat., Eur.
ShortDef
to crouch beneath
Debugging
Headword:
ὑφιζάνω
Headword (normalized):
ὑφιζάνω
Headword (normalized/stripped):
υφιζανω
IDX:
34369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34409
Key:
u(fiza/nw
Data
{'content': 'ὑφιζάνω\n = ὑφίζω\n to crouch beneath, c. dat., Eur.', 'key': 'u(fiza/nw'}