Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπωπιάζω
ὑπώπιον
ὑπώρεια
ὑπωρόφιος
ὑπώροφος
ὕπωχρος
ὕρχη
ὕσγη
ὑσγινοβαφής
ὕσγινον
ὑσμίνη
ὗς
ὕσπληξ
ὑσσός
ὕσσωπος
ὑστάτιος
ὕστατος
ὑστεραῖος
ὑστέρα
ὑστερέω
ὑστέρημα
View word page
ὑσμίνη
ὑσμίνη .ὑσμί_νη, ἡ, a fight, battle, combat, Il.; metaplast. Epic dat. ὑσμῖνι as if from ὑσμίν or ὑσμίς, Il.
ShortDef
a fight, battle, combat
Debugging
Headword:
ὑσμίνη
Headword (normalized):
ὑσμίνη
Headword (normalized/stripped):
υσμινη
IDX:
34323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34363
Key:
u(smi/nh
Data
{'content': 'ὑσμίνη\n .ὑσμί_νη, ἡ,\n a fight, battle, combat, Il.; metaplast. Epic dat. ὑσμῖνι as if from ὑσμίν or ὑσμίς, Il.', 'key': 'u(smi/nh'}