Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑποστέγω
ὑποστέλλω
ὑποστενάζω
ὑποστεναχίζω
ὑποστένω
ὑποστηρίζω
ὑποστολή
ὑποστοναχίζω
ὑποστόρνυμι
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστροφή
ὑπόστρωμα
ὑποστύφω
ὑποσυγχέω
ὑποσυρίζω
ὑποσύρω
ὑποσφίγγω
ὑποσχεσίη
View word page
ὑποστράτηγος
ὑποστράτηγος ὑπο-στράτηγος, ὁ, a lieutenant-general, Xen.
ShortDef
a lieutenant-general
Debugging
Headword:
ὑποστράτηγος
Headword (normalized):
ὑποστράτηγος
Headword (normalized/stripped):
υποστρατηγος
IDX:
34198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34238
Key:
u(postra/thgos
Data
{'content': 'ὑποστράτηγος\n ὑπο-στράτηγος, ὁ,\n a lieutenant-general, Xen.', 'key': 'u(postra/thgos'}