Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑποκλύζω
ὑποκνίζω
ὑποκόλπιος
ὑπόκοπος
ὑποκόπτω
ὑποκορίζομαι
ὑποκόρισμα
ὑποκορισμός
ὑποκουρίζομαι
ὑπόκουφος
ὑποκρατηρίδιον
ὑποκρέκω
ὑποκρίνομαι
ὑποκρισία
ὑπόκρισις
ὑποκριτής
ὑποκριτικός
ὑποκρούω
ὑποκρύπτω
ὑποκρώζω
ὑπόκυκλος
View word page
ὑποκρατηρίδιον
ὑποκρατηρίδιον the stand of a κρατήρ, Hdt.

ShortDef

the stand of a κρατήρ

Debugging

Headword:
ὑποκρατηρίδιον
Headword (normalized):
ὑποκρατηρίδιον
Headword (normalized/stripped):
υποκρατηριδιον
IDX:
34034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34073
Key:
u(pokrathri/dion

Data

{'content': 'ὑποκρατηρίδιον\n the stand of a κρατήρ, Hdt.', 'key': 'u(pokrathri/dion'}