ὑποθημοσύνη
ὑποθημοσύνη
ὑποθημοσύνη, ἡ,
a suggestion, hint, warning, ὑποθημοσύνῃσιν Ἀθήνης (Epic dat. pl.) Hom.; Ἑρμοῦ ὑποθημοσύνῃ Xen.
from ὑποθήμων
{ "content": "ὑποθημοσύνη\n ὑποθημοσύνη, ἡ,\n a suggestion, hint, warning, ὑποθημοσύνῃσιν Ἀθήνης (Epic dat. pl.) Hom.; Ἑρμοῦ ὑποθημοσύνῃ Xen.\n from ὑποθήμων", "key": "u(poqhmosu/nh" }