Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπόδικος
ὑποδίφθερος
ὑποδμώς
ὑπόδοσις
ὑποδοχή
ὑπόδρα
ὑποδρηστήρ
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδροσος
ὑποδράω
ὑποδύτης
ὑποδύω
ὑποζάκορος
ὑποζεύγνυμι
ὑποζύγιον
ὑπόζωμα
ὑποζώννυμι
ὑπόζωσμα
ὑποθάλπω
ὑποθερμαίνω
View word page
ὑποδράω
ὑποδράω Epic ὑποδρώωσιν to serve, be serviceable to, τινί Od.
ShortDef
serve
Debugging
Headword:
ὑποδράω
Headword (normalized):
ὑποδράω
Headword (normalized/stripped):
υποδραω
IDX:
33977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34016
Key:
u(podrw/w
Data
{'content': 'ὑποδράω\n Epic ὑποδρώωσιν\n to serve, be serviceable to, τινί Od.', 'key': 'u(podrw/w'}