Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑποδέξιος
ὑπόδεσις
ὑποδέχομαι
ὑποδέω
ὑποδηλόω
ὑπόδημα
ὑποδιδάσκαλος
ὑποδίδωμι
ὑπόδικος
ὑποδίφθερος
ὑποδμώς
ὑπόδοσις
ὑποδοχή
ὑπόδρα
ὑποδρηστήρ
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδροσος
ὑποδράω
ὑποδύτης
ὑποδύω
View word page
ὑποδμώς
ὑποδμώς ὑπο-δμώς, ῶος, ὁ, an under-servant, Od.

ShortDef

an under-servant

Debugging

Headword:
ὑποδμώς
Headword (normalized):
ὑποδμώς
Headword (normalized/stripped):
υποδμως
IDX:
33969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34008
Key:
u(podmw/s

Data

{'content': 'ὑποδμώς\n ὑπο-δμώς, ῶος, ὁ,\n an under-servant, Od.', 'key': 'u(podmw/s'}