Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπογραμματεύω
ὑπογραφεύς
ὑπογραφή
ὑπογράφω
ὑπόγυιος
ὑποδαίω
ὑποδακρύω
ὑποδαμνάω
ὑποδεδιώς
ὑποδεής
ὑπόδειγμα
ὑποδείδω
ὑποδείκνυμι
ὑποδεικτέος
ὑποδειλιάω
ὑποδειμαίνω
ὑποδέμω
ὑποδεξίη
ὑποδέξιος
ὑπόδεσις
ὑποδέχομαι
View word page
ὑπόδειγμα
ὑπόδειγμα ὑπό-δειγμα, ατος, τό, a token, mark, Xen.:— a pattern, Polyb.
ShortDef
a token, mark
Debugging
Headword:
ὑπόδειγμα
Headword (normalized):
ὑπόδειγμα
Headword (normalized/stripped):
υποδειγμα
IDX:
33951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33990
Key:
u(po/deigma
Data
{'content': 'ὑπόδειγμα\n ὑπό-δειγμα, ατος, τό,\n a token, mark, Xen.:— a pattern, Polyb.', 'key': 'u(po/deigma'}