Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀντιστοιχέω
ἀντίστοιχος
ἀντιστρατεύομαι
ἀντιστρατηγέω
ἀντιστράτηγος
ἀντιστρατοπεδεία
ἀντιστρατοπεδεύω
ἀντιστρέφω
ἀντιστροφή
ἀντίστροφος
ἀντισύγκλητος
ἀντισυλλογίζομαι
ἀντισυναντάω
ἀντισφαιρίζω
ἀντίσχω
ἀντίταγμα
ἀντιταλαντεύω
ἀντίταξις
ἀντιτάσσω
ἀντιτείνω
ἀντιτείχισμα
View word page
ἀντισύγκλητος
ἀντισύγκλητος a counter-senate, Plut.

ShortDef

a counter-senate

Debugging

Headword:
ἀντισύγκλητος
Headword (normalized):
ἀντισύγκλητος
Headword (normalized/stripped):
αντισυγκλητος
IDX:
3394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3395
Key:
a)ntisu/gklhtos

Data

{'content': 'ἀντισύγκλητος\n a counter-senate, Plut.', 'key': 'a)ntisu/gklhtos'}