Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπερώτατος
ὑπερωτάω
ὑπεύθυνος
ὑπέχω
ὑπήκοος
ὑπηνέμιος
ὑπήνεμος
ὑπήνη
ὑπηνήτης
ὑπηοῖος
ὑπηρεσία
ὑπηρέσιον
ὑπηρετέω
ὑπηρέτημα
ὑπηρέτησις
ὑπηρέτης
ὑπηρετητέος
ὑπηρετικός
ὑπηρέτις
ὑπηχέω
ὑπίλλω
View word page
ὑπηρεσία
ὑπηρεσία ὑπηρεσία, ἡ, ὑπηρέτης the body of rowers and sailors, the shipʼs crew, Thuc., etc. service, Ar., etc.
ShortDef
the body of rowers and sailors, the ship's crew
Debugging
Headword:
ὑπηρεσία
Headword (normalized):
ὑπηρεσία
Headword (normalized/stripped):
υπηρεσια
IDX:
33890
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33929
Key:
u(phresi/a
Data
{'content': 'ὑπηρεσία\n ὑπηρεσία, ἡ,\n ὑπηρέτης\n the body of rowers and sailors, the shipʼs crew, Thuc., etc.\n service, Ar., etc.', 'key': 'u(phresi/a'}