Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑπερφρονέω
ὑπέρφρων
ὑπερφυής
ὑπερφύομαι
ὑπερφυσάομαι
ὑπερφωνέω
ὑπερχαίρω
ὑπερχλίω
ὑπέρχομαι
ὑπέρχρεως
ὑπέρψυχρος
ὑπερωέω
ὑπερῴη
ὑπερωϊόθεν
ὑπερῷον
ὑπερῷος
ὑπερώτατος
ὑπερωτάω
ὑπεύθυνος
ὑπέχω
ὑπήκοος
View word page
ὑπέρψυχρος
ὑπέρψυχρος ὑπέρ-ψυχρος, ον, very frigid, Luc.

ShortDef

very frigid

Debugging

Headword:
ὑπέρψυχρος
Headword (normalized):
ὑπέρψυχρος
Headword (normalized/stripped):
υπερψυχρος
IDX:
33874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33913
Key:
u(pe/ryuxros

Data

{'content': 'ὑπέρψυχρος\n ὑπέρ-ψυχρος, ον,\n very frigid, Luc.', 'key': 'u(pe/ryuxros'}