Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπέρτατος
ὑπερτείνω
ὑπερτελέω
ὑπερτελής
ὑπερτέλλω
ὑπερτενής
ὑπερτερία
ὑπέρτερος
ὑπερτήκω
ὑπερτίθημι
ὑπερτιμάω
ὑπέρτονος
ὑπερτρέχω
ὑπερυθριάω
ὑπέρυθρος
ὑπερύψηλος
ὑπερυψόω
ὑπερφαίνομαι
ὑπερφαλαγγέω
ὑπερφανής
ὑπέρφατος
View word page
ὑπερτιμάω
ὑπερτιμάω fut. ήσω to honour exceedingly, τινά Soph.
ShortDef
to honour exceedingly
Debugging
Headword:
ὑπερτιμάω
Headword (normalized):
ὑπερτιμάω
Headword (normalized/stripped):
υπερτιμαω
IDX:
33844
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33883
Key:
u(pertima/w
Data
{'content': 'ὑπερτιμάω\n fut. ήσω\n to honour exceedingly, τινά Soph.', 'key': 'u(pertima/w'}