Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπέρπικρος
ὑπερπίμπλημι
ὑπερπίνω
ὑπερπίπτω
ὑπερπλεονάζω
ὑπερπληθής
ὑπερπληρόω
ὑπερπλούσιος
ὑπερπλουτέω
ὑπέρπλουτος
ὑπερπολάζω
ὑπέρπολυς
ὑπερπονέω
ὑπέρπονος
ὑπερπόντιος
ὑπέρπτωχος
ὑπερπυππάζω
ὑπερπυρριάω
ὑπερσεμνύνομαι
ὑπέρσοφος
ὑπερσπουδάζω
View word page
ὑπερπολάζω
ὑπερπολάζω πέλω to overflow, Strab.
ShortDef
to overflow
Debugging
Headword:
ὑπερπολάζω
Headword (normalized):
ὑπερπολάζω
Headword (normalized/stripped):
υπερπολαζω
IDX:
33823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33862
Key:
u(perpola/zw
Data
{'content': 'ὑπερπολάζω\n πέλω\n to overflow, Strab.', 'key': 'u(perpola/zw'}