Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑπερόπτης
ὑπεροπτικός
ὑπέροπτος
ὑπεροράω
ὑπερορία
ὑπερορίζω
ὑπερόριος
ὑπερόρνυμαι
ὑπερορρωδέω
ὕπερος
ὑπερουράνιος
ὑπεροχή
ὑπέροχος
ὑπεροψία
ὑπερπαγής
ὑπερπαθέω
ὑπερπαθής
ὑπερπαίω
ὑπερπαλύνω
ὑπερπερισσεύω
ὑπέρ
View word page
ὑπερουράνιος
ὑπερουράνιος ὑπερ-ουράνιος, ον, above the heavens, Plat.

ShortDef

above the heavens

Debugging

Headword:
ὑπερουράνιος
Headword (normalized):
ὑπερουράνιος
Headword (normalized/stripped):
υπερουρανιος
IDX:
33796
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33835
Key:
u(peroura/nios

Data

{'content': 'ὑπερουράνιος\n ὑπερ-ουράνιος, ον,\n above the heavens, Plat.', 'key': 'u(peroura/nios'}