Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπερμαζάω
ὑπερμαίνομαι
ὑπερμάκης
ὑπερμαχέω
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπέρμαχος
ὑπέρμεγας
ὑπερμεγέθης
ὑπερμεθύσκομαι
ὑπερμενέτης
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμετρος
ὑπερμήκης
ὑπέρμορον
ὑπερνέφελος
ὑπερνεωλκέω
ὑπερνικάω
ὑπερνότιος
ὑπέρογκος
View word page
ὑπερμενέτης
ὑπερμενέτης ὑπερ-μενέτης, ου, ὁ, poetic for ὑπερμενής, Hhymn.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπερμενέτης
Headword (normalized):
ὑπερμενέτης
Headword (normalized/stripped):
υπερμενετης
IDX:
33769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33808
Key:
u(permene/ths
Data
{'content': 'ὑπερμενέτης\n ὑπερ-μενέτης, ου, ὁ,\n poetic for ὑπερμενής, Hhymn.', 'key': 'u(permene/ths'}