Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑπερήνωρ
ὑπερηφανέω
ὑπερηφανία
ὑπερήφανος
ὑπερθαλασσίδιος
ὑπερθαυμάζω
ὑπερθαύμαστος
ὕπερθεν
ὑπέρθεσις
ὑπερθέω
ὑπερθνῄσκω
ὑπερθρῴσκω
ὑπέρθυμος
ὑπερθύριον
ὑπεριάχω
ὑπερίημι
ὑπερικταίνομαι
Ὑπεριονίδης
ὑπερίπταμαι
ὑπερίσταμαι
ὑπερίστωρ
View word page
ὑπερθνῄσκω
ὑπερθνῄσκω to die for another, c. gen. or absol., Eur.

ShortDef

to die for

Debugging

Headword:
ὑπερθνῄσκω
Headword (normalized):
ὑπερθνῄσκω
Headword (normalized/stripped):
υπερθνησκω
IDX:
33719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33758
Key:
u(perqnh/skw

Data

{'content': 'ὑπερθνῄσκω\n to die for another, c. gen. or absol., Eur.', 'key': 'u(perqnh/skw'}