Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀντιπροτείνω
ἀντίπρῳρος
ἀντίπυλος
ἀντίπυργος
ἀντιπυργόω
ἀντιρρέπω
ἀντίρροπος
ἀντισεμνύνομαι
ἀντισηκόω
ἀντισκευάζομαι
ἀντισήκωσις
ἀντισκώπτω
ἀντισόομαι
ἀντίσπαστος
ἀντισπάω
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
ἀντιστατέω
ἀντιστάτης
View word page
ἀντισήκωσις
ἀντισήκωσις from ἀντισηκόω equipoise, compensation, Hdt.
ShortDef
equipoise, compensation
Debugging
Headword:
ἀντισήκωσις
Headword (normalized):
ἀντισήκωσις
Headword (normalized/stripped):
αντισηκωσις
IDX:
3373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3374
Key:
a)ntish/kwsis
Data
{'content': 'ἀντισήκωσις\n from ἀντισηκόω\n equipoise, compensation, Hdt.', 'key': 'a)ntish/kwsis'}