Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπερεκπερισσοῦ
ὑπερεκπίπτω
ὑπερεκπλήσσω
ὑπερεκτείνω
ὑπερεκτίνω
ὑπερεκχύνομαι
ὑπερέλαφρος
ὑπερεμπίπλημι
ὑπερεμφορέομαι
ὑπερεντυγχάνω
ὑπερεξακισχίλιοι
ὑπερεπαινέω
ὑπερεπιθυμέω
ὑπερέπτω
ὑπερέρχομαι
ὑπερεσθίω
ὑπερευγενής
ὑπερευδαιμονέω
ὑπερευφραίνω
ὑπερεχθαίρω
ὑπερέχω
View word page
ὑπερεξακισχίλιοι
ὑπερεξακισχίλιοι ὑπερ-εξακῑσχίλιοι, αι, α, above 6000, Dem.
ShortDef
over six thousand
Debugging
Headword:
ὑπερεξακισχίλιοι
Headword (normalized):
ὑπερεξακισχίλιοι
Headword (normalized/stripped):
υπερεξακισχιλιοι
IDX:
33689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33728
Key:
u(perecakisxi/lioi
Data
{'content': 'ὑπερεξακισχίλιοι\n ὑπερ-εξακῑσχίλιοι, αι, α,\n above 6000, Dem.', 'key': 'u(perecakisxi/lioi'}