Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑπερβριθής
ὑπερβρύω
ὑπεργάζομαι
ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζω
ὑπέργηρως
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιατείνω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερεθίζω
ὑπερείδω
Ὑπερείη
ὑπερείπω
ὑπερέκεινα
View word page
ὑπέρδεινος
ὑπέρδεινος ὑπέρ-δεινος, ον, exceeding alarming, Dem., Luc.

ShortDef

exceeding alarming

Debugging

Headword:
ὑπέρδεινος
Headword (normalized):
ὑπέρδεινος
Headword (normalized/stripped):
υπερδεινος
IDX:
33667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33706
Key:
u(pe/rdeinos

Data

{'content': 'ὑπέρδεινος\n ὑπέρ-δεινος, ον,\n exceeding alarming, Dem., Luc.', 'key': 'u(pe/rdeinos'}