Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπερβολή
Ὑπερβόρεοι
ὑπερβράζω
ὑπερβριθής
ὑπερβρύω
ὑπεργάζομαι
ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζω
ὑπέργηρως
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιατείνω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερεθίζω
ὑπερείδω
View word page
ὑπερδεής
ὑπερδεής ὑπερ-δεής, ές Epic acc. ὑπερδέα, for ὑπερδεέα. δέος above all fear, undaunted, Il.
ShortDef
above all fear, undaunted
Debugging
Headword:
ὑπερδεής
Headword (normalized):
ὑπερδεής
Headword (normalized/stripped):
υπερδεης
IDX:
33664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33703
Key:
u(perdeh/s
Data
{'content': 'ὑπερδεής\n ὑπερ-δεής, ές\n Epic acc. ὑπερδέα, for ὑπερδεέα.\n δέος\n above all fear, undaunted, Il.', 'key': 'u(perdeh/s'}