Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑπερβατός
ὑπερβεβλημένως
ὑπερβιάζομαι
ὑπερβιβάζω
ὑπέρβιος
ὑπερβολάδην
ὑπερβολή
Ὑπερβόρεοι
ὑπερβράζω
ὑπερβριθής
ὑπερβρύω
ὑπεργάζομαι
ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζω
ὑπέργηρως
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδέξιος
View word page
ὑπερβρύω
ὑπερβρύω to be overfull, Luc.

ShortDef

to be overfull

Debugging

Headword:
ὑπερβρύω
Headword (normalized):
ὑπερβρύω
Headword (normalized/stripped):
υπερβρυω
IDX:
33658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33697
Key:
u(perbru/w

Data

{'content': 'ὑπερβρύω\n to be overfull, Luc.', 'key': 'u(perbru/w'}