Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑπεξελαύνω
ὑπεξερύω
ὑπεξέρχομαι
ὑπεξέχω
ὑπεξίστημι
ὑπεραβέλτερος
ὑπεράγαμαι
ὑπεραγανακτέω
ὑπεραγαπάω
ὑπεραγωνιάω
ὑπεραής
ὑπεραιμέω
ὑπεραίρω
ὑπέραισχρος
ὑπεραισχύνομαι
ὑπεραιωρέομαι
ὑπέρακμος
ὑπερακοντίζω
ὑπερακριβής
ὑπερακρίζω
ὑπεράκριος
View word page
ὑπεραής
ὑπεραής ὑπερ-ᾱής, ές ἄημι blowing hard, Il.
ShortDef
blowing hard
Debugging
Headword:
ὑπεραής
Headword (normalized):
ὑπεραής
Headword (normalized/stripped):
υπεραης
IDX:
33598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33637
Key:
u(perah/s
Data
{'content': 'ὑπεραής\n ὑπερ-ᾱής, ές\n ἄημι\n blowing hard, Il.', 'key': 'u(perah/s'}