Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀντίπνοος
ἀντιποθέω
ἀντιποιέω
ἀντίποινα
ἀντιπολεμέω
ἀντιπολέμιος
ἀντιπολιορκέω
ἀντίπολις
ἀντιπολιτεύομαι
ἀντιπορεῖν
ἀντιπορεύομαι
ἀντιπορθέω
ἀντίπορθμος
ἀντίπορος
ἀντίπραξις
ἀντιπράσσω
ἀντιπρεσβεύομαι
ἀντιπρόειμι
ἀντίπροικα
ἀντιπροκαλέομαι
ἀντιπροσαγορεύω
View word page
ἀντιπορεύομαι
ἀντιπορεύομαι Pass. to march to meet another, Xen.
ShortDef
to march to meet
Debugging
Headword:
ἀντιπορεύομαι
Headword (normalized):
ἀντιπορεύομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιπορευομαι
IDX:
3347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3348
Key:
a)ntiporeu/omai
Data
{'content': 'ἀντιπορεύομαι\n Pass. to march to meet another, Xen.', 'key': 'a)ntiporeu/omai'}