Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑδρορρόα
ὕδρος
ὑδροφορέω
ὑδροφορία
ὑδροφόρος
ὑδροχόος
ὑδρόχυτος
ὑδρωπικός
ὕδρωψ
ὕδωρ
ὕειος
Ὑέλη
ὑετόεις
ὑετός
ὑηνία
ὑηνός
Ὕης
ὑθλέω
ὕθλος
ὑΐδιον
ὑϊδοῦς
View word page
ὕειος
ὕειος ὕειος, α, ον ὗς of or belonging to swine, ὑεία κοιλία pigʼs tripe, Ar.:— θηρίον ὕ., as a type of brutish ignorance, Plat.

ShortDef

of or belonging to swine

Debugging

Headword:
ὕειος
Headword (normalized):
ὕειος
Headword (normalized/stripped):
υειος
IDX:
33391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33430
Key:
u(/eios

Data

{'content': 'ὕειος\n ὕειος, α, ον\n ὗς\n of or belonging to swine, ὑεία κοιλία pigʼs tripe, Ar.:— θηρίον ὕ., as a type of brutish ignorance, Plat.', 'key': 'u(/eios'}