Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὑδριάς
ὑδροειδής
ὑδρόεις
Ὑδρομέδουσα
ὑδροποσία
ὑδροποτέω
ὑδροπότης
ὑδρορρόα
ὕδρος
ὑδροφορέω
ὑδροφορία
ὑδροφόρος
ὑδροχόος
ὑδρόχυτος
ὑδρωπικός
ὕδρωψ
ὕδωρ
ὕειος
Ὑέλη
ὑετόεις
ὑετός
View word page
ὑδροφορία
ὑδροφορία ὑδροφορία, ἡ, a water-carrying, a festival of Apollo, Luc. from ὑδροφόρος

ShortDef

a water-carrying; office of water carrier

Debugging

Headword:
ὑδροφορία
Headword (normalized):
ὑδροφορία
Headword (normalized/stripped):
υδροφορια
IDX:
33384
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33423
Key:
u(drofori/a

Data

{'content': 'ὑδροφορία\n ὑδροφορία, ἡ,\n a water-carrying, a festival of Apollo, Luc.\n from ὑδροφόρος', 'key': 'u(drofori/a'}