Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὑγρόφθογγος
ὑγρώσσω
ὑδαρής
ὑδασιστεγής
ὑδάτινος
ὑδάτιον
ὑδατόεις
ὑδατοποσία
ὑδατοποτέω
ὑδατοπότης
ὑδατοτρεφής
ὑδατόω
ὕδερος
ὑδνέω
ὑδραίνω
ὕδρα
ὑδρεία
ὑδρεῖον
ὑδρεύω
ὑδρηλός
ὑδρία
View word page
ὑδατοτρεφής
ὑδατοτρεφής ὑδᾰτο-τρεφής, ές τρέφομαι growing in or by the water, Od.
ShortDef
growing in water
Debugging
Headword:
ὑδατοτρεφής
Headword (normalized):
ὑδατοτρεφής
Headword (normalized/stripped):
υδατοτρεφης
IDX:
33363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33402
Key:
u(datotrefh/s
Data
{'content': 'ὑδατοτρεφής\n ὑδᾰτο-τρεφής, ές\n τρέφομαι\n growing in or by the water, Od.', 'key': 'u(datotrefh/s'}