Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Τυφωεύς
Τυφωνικός
τυφωνοειδῶς
Τυφῶν
τύφω
τυφώς
Τυφώς
τυχαῖος
τύχη
τυχηρός
τυχόν
τυχόντως
τύχος
τωθάζω
τωθασμός
τῷ
τώς
Ὑάδες
ὕαινα
Ὑακίνθια
ὑακινθινοβαφής
View word page
τυχόν
τυχόν v. τυγχάνω B. III. 2. τῠχόντως, adv.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τυχόν
Headword (normalized):
τυχόν
Headword (normalized/stripped):
τυχον
IDX:
33313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33352
Key:
tuxo/n

Data

{'content': 'τυχόν\n v. τυγχάνω B. III. 2.\n τῠχόντως, adv.', 'key': 'tuxo/n'}