Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τυρίσδω
Τυρογλύφος
τυρόεις
τυρόκνηστις
τυρόνωτος
τυροποιέω
τυροπωλέω
τυροπώλης
Τύρος
τυρός
Τυροφάγος
τυροφόρος
Τυρρηνολέτης
Τυρσηνός
τύρσις
τυτθός
τυφεδανός
τύφη
τυφήρης
τυφλόπους
τυφλός
View word page
Τυροφάγος
Τυροφάγος Τῡρο-φάγος, ὁ, φᾰγεῖν cheese-eater, name of a mouse in Batr.
ShortDef
Cheese-eater
cheese-eating (f., a week in the orthodox calendar)
Debugging
Headword:
Τυροφάγος
Headword (normalized):
τυροφάγος
Headword (normalized/stripped):
τυροφαγος
IDX:
33284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33323
Key:
*turofa/gos
Data
{'content': 'Τυροφάγος\n Τῡρο-φάγος, ὁ,\n φᾰγεῖν\n cheese-eater, name of a mouse in Batr.', 'key': '*turofa/gos'}