Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τυραννοποιός
τύραννος
τυραννοφόνος
τυρβάζω
τύρβη
τύρευμα
τυρευτήρ
τυρεύω
Τύριος
τυρίσδω
Τυρογλύφος
τυρόεις
τυρόκνηστις
τυρόνωτος
τυροποιέω
τυροπωλέω
τυροπώλης
Τύρος
τυρός
Τυροφάγος
τυροφόρος
View word page
Τυρογλύφος
Τυρογλύφος Τῡρο-γλύφος (γλῠ), ὁ, cheese-scooper, a mouse, Batr.
ShortDef
Cheese-scooper
Debugging
Headword:
Τυρογλύφος
Headword (normalized):
τυρογλύφος
Headword (normalized/stripped):
τυρογλυφος
IDX:
33275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33314
Key:
*turoglu/fos
Data
{'content': 'Τυρογλύφος\n Τῡρο-γλύφος (γλῠ), ὁ,\n cheese-scooper, a mouse, Batr.', 'key': '*turoglu/fos'}