Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τύπανον
τυπή
τύπος
τυπόω
τύπτω
τυπώδης
τύπωμα
τύπωσις
τυραννεύω
τυραννίζω
τυραννικός
τυραννίς
τυραννοκτονέω
τυραννοκτονία
τυραννοκτόνος
τυραννοποιός
τύραννος
τυραννοφόνος
τυρβάζω
τύρβη
τύρευμα
View word page
τυραννικός
τυραννικός τῠραννικός, ή, όν τύραννος of or for a despotic ruler, royal, princely, Trag.; κύκλος τ. the circle or assembly of kings, Soph. befitting a tyrant, despotic, imperious, τυραννικὰ φρονεῖν Ar.; τ. ξυνωμοσία in favour of tyranny, Thuc.; τὰ τυραννικά the times of despotic government, Arist.:—adv. -κῶς, Plat.; comp. -ώτερον, Arist.

ShortDef

of or for a tyrant, befitting a tyrant, in favor of tyranny

Debugging

Headword:
τυραννικός
Headword (normalized):
τυραννικός
Headword (normalized/stripped):
τυραννικος
IDX:
33260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33299
Key:
turanniko/s

Data

{'content': 'τυραννικός\n τῠραννικός, ή, όν\n τύραννος\n of or for a despotic ruler, royal, princely, Trag.; κύκλος τ. the circle or assembly of kings, Soph.\n befitting a tyrant, despotic, imperious, τυραννικὰ φρονεῖν Ar.; τ. ξυνωμοσία in favour of tyranny, Thuc.; τὰ τυραννικά the times of despotic government, Arist.:—adv. -κῶς, Plat.; comp. -ώτερον, Arist.', 'key': 'turanniko/s'}