Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀντιπαρατείνω
ἀντιπαρατίθημι
ἀντιπάρειμι
ἀντιπαρεξάγω
ἀντιπαρέρχομαι
ἀντιπαρέχω
ἀντιπάσχω
ἀντιπαταγέω
ἀντί
ἀντιπέμπω
ἀντιπενθής
ἀντιπέραιος
ἀντιπέρα
ἀντιπέρας
ἀντιπέρηθεν
ἀντιπεριλαμβάνω
ἀντιπεριπλέω
ἀντιπεριχωρέω
ἀντίπετρος
ἀντίπηξ
ἀντιπίπτω
View word page
ἀντιπενθής
ἀντιπενθής πένθος causing grief in turn, Aesch.

ShortDef

causing grief in turn

Debugging

Headword:
ἀντιπενθής
Headword (normalized):
ἀντιπενθής
Headword (normalized/stripped):
αντιπενθης
IDX:
3321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3322
Key:
a)ntipenqh/s

Data

{'content': 'ἀντιπενθής\n πένθος\n causing grief in turn, Aesch.', 'key': 'a)ntipenqh/s'}