Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τροχερός
τροχηλατέω
τροχηλάτης
τροχήλατος
τροχιά
τροχίζω
τροχιλεία
τροχίλος
τροχιός
τρόχις
τροχοδινέομαι
τροχοειδής
τροχόεις
τροχοποιέω
τροχός
τρόχος
τρύβλιον
τρυγάω
τρύγη
τρυγητήρ
τρύγητος
View word page
τροχοδινέομαι
τροχοδινέομαι τροχο-δῑνέομαι, Pass. to whirl or roll round, Aesch.

ShortDef

to whirl

Debugging

Headword:
τροχοδινέομαι
Headword (normalized):
τροχοδινέομαι
Headword (normalized/stripped):
τροχοδινεομαι
IDX:
33148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33187
Key:
troxodine/omai

Data

{'content': 'τροχοδινέομαι\n τροχο-δῑνέομαι,\n Pass. to whirl or roll round, Aesch.', 'key': 'troxodine/omai'}