Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τρίχωμα
τριψημερέω
τρῖψις
τριώβολον
τριώροφος
τριώρυγος
Τροίαθεν
Τροίανδε
Τροία
Τροιζήνιος
Τροιζήν
τρομερός
τρομέω
τρόμος
τροπαία
τρόπαιον
τροπαῖος
τροπαιοφόρος
τρόπαλις
τροπέω
τροπή
View word page
Τροιζήν
Τροιζήν Τροιζήν, ῆνος, ἡ, Troezen in Argolis, Il., Hdt., etc.

ShortDef

Troezen

Debugging

Headword:
Τροιζήν
Headword (normalized):
τροιζήν
Headword (normalized/stripped):
τροιζην
IDX:
33106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33145
Key:
*troizh/n

Data

{'content': 'Τροιζήν\n Τροιζήν, ῆνος, ἡ,\n Troezen in Argolis, Il., Hdt., etc.', 'key': '*troizh/n'}