Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριττύς
Τριτωνιάς
Τριτωνίς
Τρίτων
Τριτώ
τριφάσιος
τριφίλητος
τρίφυλλον
τρίφυλος
τριχάϊκες
τριχάλεπτος
τρίχαλκον
τρίχαλος
τρίχα
τριχῆ
τριχθά
τρίχινος
τριχίς
τριχόβρως
τριχοίνικος
τριχόλωτος
View word page
τριχάλεπτος
τριχάλεπτος τρῐ-χάλεπτος, ον, χᾰλέπτω very angry, Anth.

ShortDef

very angry

Debugging

Headword:
τριχάλεπτος
Headword (normalized):
τριχάλεπτος
Headword (normalized/stripped):
τριχαλεπτος
IDX:
33079
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33118
Key:
trixa/leptos

Data

{'content': 'τριχάλεπτος\n τρῐ-χάλεπτος, ον,\n χᾰλέπτω\n very angry, Anth.', 'key': 'trixa/leptos'}