Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριτόκος
τριτόσπονδος
τριτόσπορος
τρίτος
τριττύς
Τριτωνιάς
Τριτωνίς
Τρίτων
Τριτώ
τριφάσιος
τριφίλητος
τρίφυλλον
τρίφυλος
τριχάϊκες
τριχάλεπτος
τρίχαλκον
τρίχαλος
τρίχα
τριχῆ
τριχθά
τρίχινος
View word page
τριφίλητος
τριφίλητος τρῐφίλητος (φῐ), Doric τρῐφίλᾱτος (φῐ), ον, thrice-beloved, Theocr.

ShortDef

thrice-beloved

Debugging

Headword:
τριφίλητος
Headword (normalized):
τριφίλητος
Headword (normalized/stripped):
τριφιλητος
IDX:
33075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33114
Key:
trifi/lhtos

Data

{'content': 'τριφίλητος\n τρῐφίλητος (φῐ), Doric τρῐφίλᾱτος (φῐ), ον,\n thrice-beloved, Theocr.', 'key': 'trifi/lhtos'}