Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριταγωνιστής
τριταῖος
τριτάλαντος
τριτάλας
τριτάνυστος
τρίτατος
τριτημόριος
τριτημορίς
τριτοβάμων
Τριτογένεια
τριτόκος
τριτόσπονδος
τριτόσπορος
τρίτος
τριττύς
Τριτωνιάς
Τριτωνίς
Τρίτων
Τριτώ
τριφάσιος
τριφίλητος
View word page
τριτόκος
τριτόκος τρι-τόκος, ον, τίκτω bearing three times or three at a time, Anth.

ShortDef

bearing three times

Debugging

Headword:
τριτόκος
Headword (normalized):
τριτόκος
Headword (normalized/stripped):
τριτοκος
IDX:
33065
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33104
Key:
tri/tokos

Data

{'content': 'τριτόκος\n τρι-τόκος, ον,\n τίκτω\n bearing three times or three at a time, Anth.', 'key': 'tri/tokos'}