Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τρεισκαιδεκάπηχυς
τρεισκαιδεκαστάσιος
τρεισκαιδέκατος
τρεισκαιδεκαφόρος
τρεισκαιδεκέτης
τρισκακοδαίμων
τρίσκαλμος
τρισκατάρατος
τρισκελής
τρισκοπάνιστος
τρισμακάριστος
τρίσμακαρ
τρισμύριοι
τρισμυριόπαλαι
τρισόλβιος
τρισολυμπιονίκης
τρισπίθαμος
τρίσπονδος
τρίς
τρισσάτιος
τρισσόθεν
View word page
τρισμακάριστος
τρισμακάριστος τρισ-μᾰκάριστος, η, ον = τρίσμακαρ, Luc.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τρισμακάριστος
Headword (normalized):
τρισμακάριστος
Headword (normalized/stripped):
τρισμακαριστος
IDX:
33034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33073
Key:
trismaka/ristos
Data
{'content': 'τρισμακάριστος\n τρισ-μᾰκάριστος, η, ον\n = τρίσμακαρ, Luc.', 'key': 'trismaka/ristos'}