Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τρίρρυμος
τρισάθλιος
τρισάλαστος
τρίσαμος
τρισάριθμος
τρισάσμενος
τρισάωρος
τρισδείλαιος
τρισεινάς
τρισέπαρχος
τρισευδαίμων
τρεισκαιδεκάπηχυς
τρεισκαιδεκαστάσιος
τρεισκαιδέκατος
τρεισκαιδεκαφόρος
τρεισκαιδεκέτης
τρισκακοδαίμων
τρίσκαλμος
τρισκατάρατος
τρισκελής
τρισκοπάνιστος
View word page
τρισευδαίμων
τρισευδαίμων τρισ-ευδαίμων, ον, thrice-happy, Luc.

ShortDef

thrice-happy

Debugging

Headword:
τρισευδαίμων
Headword (normalized):
τρισευδαίμων
Headword (normalized/stripped):
τρισευδαιμων
IDX:
33023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33062
Key:
triseudai/mwn

Data

{'content': 'τρισευδαίμων\n τρισ-ευδαίμων, ον,\n thrice-happy, Luc.', 'key': 'triseudai/mwn'}