Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τρίπτης
τρίπτυχος
τρίπωλος
τρίρρυμος
τρισάθλιος
τρισάλαστος
τρίσαμος
τρισάριθμος
τρισάσμενος
τρισάωρος
τρισδείλαιος
τρισεινάς
τρισέπαρχος
τρισευδαίμων
τρεισκαιδεκάπηχυς
τρεισκαιδεκαστάσιος
τρεισκαιδέκατος
τρεισκαιδεκαφόρος
τρεισκαιδεκέτης
τρισκακοδαίμων
τρίσκαλμος
View word page
τρισδείλαιος
τρισδείλαιος τρισ-δείλαιος, ον, = τρισάθλιος, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τρισδείλαιος
Headword (normalized):
τρισδείλαιος
Headword (normalized/stripped):
τρισδειλαιος
IDX:
33020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33059
Key:
trisdei/laios

Data

{'content': 'τρισδείλαιος\n τρισ-δείλαιος, ον,\n = τρισάθλιος, Anth.', 'key': 'trisdei/laios'}